Το Μεγαλοχώρι είναι το χωριό με το μεγαλύτερο υψόμετρο από όλα τα άλλα χωριά της Λέσβου (645μ.), γι' αυτό άλλωστε το μικροκλίμα του διαφέρει αρκετά από του υπόλοιπου νησιού. Θυμάμαι πως όταν επισκεπτόμασταν τους παππούδες μας το Δεκαπενταύγουστο κάνοντας τις ολιγοήμερες διακοπές μας, ο καιρός που συναντούσαμε εκεί καμία σχέση δεν είχε με της υπόλοιπης Λέσβου, πόσο μάλλον με του Μεσοτόπου, όπου ζούσαμε. Φεύγαμε από το Μεσότοπο όπου έσκαγε ο τζίτζικας και φτάναμε αυγουστιάτικα στο Μεγαλοχώρι, όπου πότε ομίχλη βρίσκαμε, πότε βροχή... Άσε το κρύο, που για εμάς ήταν έντονο, αφού ο ήπιος καιρός του υπόλοιπου νησιού μας έστελνε να παγώσουμε φορώντας τα ελαφριά, καλοκαιρινά ρουχαλάκια μας στο Μεγαλοχώρι. Δεν είναι τυχαίο που το λένε "Ελβετία της Λέσβου"...
Με τόσες βροχές η βλάστηση είναι πλούσια και το χωριό πνιγμένο στο πράσινο και μέσα σε πυκνό πευκοδάσος, να ξεκουράζεται το μάτι και να γαληνεύει η ψυχή. Αυτό βέβαια υπήρξε και κατάρα για το χωριό, αφού έχει καεί 3 φορές στο παρελθόν, από πειρατές αλλά και από εμπρησμό. Από κει βγαίνει και το όνομα που ακόμα και σήμερα χρησιμοποιείται, Καμένο Χωριό.
Κάποτε ήταν το μεγαλύτερο χωριό της γύρω περιοχής, σήμερα πια με ελάχιστους κατοίκους ακολουθεί τη μοίρα των περισσότερων χωριών της ελληνικής υπαίθρου, που ερημώνονται σιγά σιγά. Άλλωστε οι κάτοικοι του Μεγαλοχωρίου έφυγαν μαζικά στα μέσα του 19ου αιώνα μετά από μια πυρκαγιά, όπως λέγαμε και πιο πάνω, και δημιούργησαν μια νέα πόλη στη θάλασσα, το πασίγνωστο Πλωμάρι, εκεί όπου μέχρι τότε υπήρχε μικρός οικισμός με το όνομα Ποταμός, από τον ποταμό Σεδούντα που χωρίζει στα δυο την πόλη.
Εκεί στο Μεγαλοχώρι, όπου η μαμά μου γεννήθηκε και μεγάλωσε, οι γευστικές της μνήμες ανακαλούν αυτό το νόστιμο φαγητό, που ο δικός της παππούς ζητούσε συχνά από τη γυναίκα του. Ήταν, φαίνεται, το αγαπημένο του φαγητό, τα γιαπράκια με την ψάρα, όπως έλεγε τον παστό μπακαλιάρο! Λαχανοντολμάδες με ρύζι και κομματάκια παστού μπακαλιάρου. Απλό και πεντανόστιμο το φαγάκι. Εμείς φτιάξαμε με τη μητέρα μου τη συνταγή, όπως τη θυμόταν από τη γιαγιά της, χωρίς να προσθαφαιρέσουμε τίποτα.
Στο μυαλό ενός παιδιού γίνονται μερικές φορές παράξενοι συνδυασμοί. Όταν σκέφτομαι το χωριό της μητέρας μου, μου έρχεται στο μυαλό ταυτόχρονα "Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια" του Στρ. Μυριβήλη, λόγω του γεγονότος ότι ο συγγραφέας τοποθετεί τη δράση στο Μεγαλοχώρι. Η τηλεοπτική σειρά, που βασίστηκε στο βιβλίο, με εξαιρετικό καστ και υπέροχες λήψεις από πολλά μέρη της Λέσβου, εκτός των άλλων διέθετε και υποβλητική, θλιβερή μουσική, που έχει εντυπωθεί στη μνήμη μου. Με ένα υπέροχο τραγούδι από τη σειρά αυτή θα σας χαιρετίσω!
1 μέτριο, αφράτο λάχανο
400-500 γραμ. παστό μπακαλιάρο
φιλεταρισμένο και ξαλμυρισμένο για 24 ώρες
100 γραμ. ρύζι για γεμιστά
1-2 κρεμμύδια ξερά τριμμένα
ένα μικρό μάτσο μαϊντανό ψιλοκομμένο
αλάτι και πιπέρι
1 κουταλιά λάδι για τη γέμιση και 4 κουταλιές για την κατσαρόλα
λεμόνι για το σερβίρισμα
Το αφαιρούμε από το νερό, το στραγγίζουμε και παίρνουμε ένα ένα τα φύλλα. Σε ξύλο κοπής τα κόβουμε στο μέγεθος που θέλουμε (συνήθως κάθε φύλλο 2 κομμάτια) πετώντας το μεσαίο σκληρό νεύρο.
Κόβουμε το μπακαλιάρο, είτε με ένα κοφτερό μαχαίρι σε όσο μικρότερα κομματάκια μπορούμε, είτε στο μπλέντερ ή με το χέρι σε πολύ ψιλά κομματάκια. Στη συνέχεια τον βάζουμε σε ένα μπωλ ανάμιξης και προσθέτουμε το κρεμμύδι, το μαϊντανό, τον ρύζι, το αλατοπίπερο και το λάδι. Ανακατεύουμε καλά.