Εκτός από τον τραχανά και τις χάχλες, οι νοικοκυρές έφτιαχναν κι άλλα ζυμαρικά στο σπίτι. Το πιο συνηθισμένο ήταν το κριθαράκι, που στο Μεσότοπο το έλεγαν φιδέ. Η παρασκευή του από φρέσκο πρόβειο γάλα, αυγά και σταρένιο αλεύρι δεν ήταν έργο του ενός. Επιστρατευόταν όλος ο γυναικείος πληθυσμός της οικογένειας αλλά και της γειτονιάς πολλές φορές, για να μαζευτούν στο σπίτι και μέσα σε μια χαρούμενη φλυαρία, με απαραίτητες και τις δόσεις κουτσομπολιού (!), τα γρήγορα και επιδέξια ευλογημένα χέρια τους τελείωναν τη δουλειά στα γρήγορα.
Η Ευδοκία Γώγου-Μιχαλακέλλη με καταγωγή από τα Δάφια Λέσβου, αλλά και με μεσοτοπίτικη ρίζα, μας δείχνει πώς έμαθε να φτιάχνει κριθαράκι βλέποντας τη μάνα και τη μεσοτοπίτισσα γιαγιά της.
Έλα λοιπόν κι εσύ στο χορό...
1 ποτήρι πρόβειο γάλα
3 φρέσκα αυγά
1/2 ποτήρι κρασιού ελαιόλαδο
λίγο αλάτι
1 κιλό αλεύρι
Τα αμυλώδη χειροποίητα τρόφιμα μετά από λίγους μήνες προσβάλλονται από έντομα, πιάνουν ψείρα, όπως λέμε στο χωριό. Προς αποφυγή αυτού περνάμε το φιδέ, αφού πρώτα στεγνώσει εντελώς, και από το φούρνο. Τον ανάβουμε στους 100ο C και φουρνίζουμε το φιδέ σε ένα ταψί για 20 λεπτά.
Όσο για το πώς μαγείρευαν το φιδέ: εντελώς απλά. Τον έβραζαν, τον σούρωναν και τον περίχυναν με βούτυρο και πασπάλιζαν με τυρί. Ή τον έβραζαν σε ελάχιστο νερό και μετά το πρώτο βράσιμο συμπλήρωναν με γάλα ώσπου να μαλακώσει. Ή με τριμμένη φρέσκια ντοματούλα και τυράκι. Όπως και να τον φτιάξετε, το βέβαιο είναι ότι η γεύση του είναι αξεπέραστη μιας και φτιάχνεται από αγνά υλικά και τα άξια χέρια των γυναικών.